Sunday, September 17, 2006

κατηφόρισα δίπλα στα νεκρά περιστέρια. έμοιαζαν με έργο τέχνης. από το πρωί ήξερα πως αυτή η σκοτεινή μέρα ήταν δική μου. ήμουν όσο βρώμικος ήθελα να είμαι έζεχνα. το μπλουζάκι μου έμοιαζε πια με εκείνο που φορούσα στην παράσταση. άδειαζαν τρεις μπύρες στο κεφάλι μου και με βίαζαν - κακόμοιρο νησί πόσα με είδες να κάνω κι άλλα πόσα δεν είδες ποτέ από εμένα. χιλιάδες νεκρά περιστέρια άραγε από τι άραγε θα σκοτώσει και μένα αυτό; έβγαλα τα παπούτσια μου, έχωσα τις κάλτσες μου στο παντελόνι και φαινόταν ο πούτσος μου τεράστιος πίσω από το σκληρό ύφασμα κατέβασα το φερμουάρ για να φάινεται ότι πρόκειται για δύο αθλητικές κάλτσες, αυτές του ποδοσφαίρου -τις είχε ξεχάσει ο γιώργος ή ο πάνος ή ο βασίλης πού να θυμάμαι τώρα κι από τότε δεν τις έπλυνα ποτέ. γύρισα τα μπατζάκια μου σχεδόν μέχρι το γόνατο κι είδα το αγαπημένο μου σημάδι κόκκινο και πιο καυλωτικό από ποτέ. πόσο φοβάμαι μήπως μια μέρα χαθεί το σημάδι αυτό και δεν υπάρχουν πια αποδείξεις ότι έχω πονέσει τουλάχιστον μια φορά κι εγώ στη ζωή μου. τράβηξα με δύναμη τη μπλούζα από τη λαιμόκοψη να ξεχειλώσει κι άλλο και με το ΚΡΡΡΡΡΡΡΡΡΙΤΣ που ακούστηκε όσα περιστέρια είχαν μείνει ζωντανά πέταξαν από το σωρό και κάποιο γαμιόλικο με έχεσε στον ώμο. ΣΤΟΝ ΩΜΟ!! έβγαλα τη σιχαμένη μπλούζα και δε φαινόμουν πια τόσο βρώμικος. δεν υπήρχε κανείς. ποτέ δεν υπήρξε κάποιος να με δει να αλλάζω. αλλάζω μόνος και όλοι βλέπουν το ασήμαντο αποτέλεσμα. πέταξα τη μπλούζα μερικά μέτρα μπροστά μου και άρχισα να τρέχω καταπάνω της σαν να μην την έβλεπα την κλότσησα μακριά άκουσα κόρνες γάμου και τότε τα έκανα πάνω μου. έβγαλα το παντελόνι μου και το πέρασα στο λαιμό. το σώβρακο μου μούσκεμα από το κάτουρο ΠΟΣΟ ΤΑΙΡΙΑΖΩ ΕΔΩ ΠΕΡΑ ΠΟΣΟ ΤΑΙΡΙΑΖΩ ΕΔΩ ΠΟΣΟ ΤΑΙΡΙΑΖΩ το έβγαλα κι αυτό κι έμεινα γυμνός να κατηφορίζω δίπλα στα νεκρά περιστέρια έτοιμος ήμουν να πάρω φόρα και να πηδήξω να βουτήξω μέσα στο θάνατο μα τότε είδα την παναγιά στο τέρμα του δρόμου. καθόταν σε ένα συντριβάνι με τα πόδια μέσα στο νερό και τραγουδούσε. δεν με είχε δει. θα την στραγγάλιζα, θα την έβαζα στην πλάτη μου και θα βουτούσαμε μαζί στον σιχαμένο σωρό. και τότε γύρισε και με κοίταξε. ένα μικρό κορίτσι. ένα μικρό μικρό μικρό κορίτσι. ΑΓΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΠΑΣ ΠΟΥ ΠΑΣ ΠΟΥ ΠΑΣ; ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΣΟΥ;

0 Comments:

Post a Comment

<< Home